Τα πρώτα χρόνια και οι σπουδές στην Ιταλία
Ο Διονύσιος Σολωμός γεννήθηκε στο πολύγλωσσο και πολυπολιτισμικό περιβάλλον των Επτανήσων και συγκεκριμένα στη Ζάκυνθο 8 Απριλίου 1798, ένα έτος μετά την κρίσιμη μετάβαση από την μακραίωνη βενετοκρατία στη δημοκρατία. Ο πατέρας του, κόντε Νικόλαος Σολωμός, ήταν πλούσιος ευγενής κρητικής καταγωγής και μιλούσε ιταλικά, όπως πολλοί επτανήσιοι της εποχής του και της τάξης του. Η μητέρα του, η Αγγελική Νίκλη, ήταν υπηρέτρια στο σπίτι του κόντε, κοπέλα λαϊκή και πολύ νεότερή του. Ο Σολωμός γεννήθηκε εκτός γάμου, όπως και ο ομομήτριος αδελφός του Δημήτριος (1802), αλλά ο πατέρας τους φρόντισε για τη μόρφωσή τους, τους συμπεριέλαβε στη διαθήκη του και λίγο πριν πεθάνει παντρεύτηκε τη μητέρα τους. Το οικογενειακό τους όνομα στα ιταλικά παραδίδεται με διάφορες μορφές: Salamon, Salomon, Solomon, Salomone. Η καταγωγή της μητέρας του είναι πιθανό να ήταν από τη Μάνη.
Ο Σολωμός έμαθε τα πρώτα γράμματα στη Ζάκυνθο, παρακολουθώντας ιδιωτικά μαθήματα στο πατρικό σπίτι και μια χρονιά στο δημόσιο σχολείο (1807-1808), που είχε αρχίσει να λειτουργήσει κατά την περίοδο της Επτανήσου Πολιτείας. Το 1808, μετά τον θάνατο του πατέρα του, οι επίτροποι τον έστειλαν για σπουδές στην Ιταλία, όπως ήταν η συνήθεια, φροντίζοντας να μην έρχεται σε επαφή με τη μητέρα του και τη νέα της οικογένεια (είχε στο μεταξύ παντρευτεί τον Εμμανουήλ Λεονταράκη). Τον συνοόδευσε ο Ιταλός πρόσφυγας αββάς Σάντο Ρόσι, που ήταν οικοδιδάσκαλος στη Ζάκυνθο. Η προσαρμογή του δεκάχρονου μαθητή στο Λύκειο της Αγίας Αικατερίνης στη Βενετία αποδείχθηκε δύσκολη και ο Ρόσι τον πήρε κοντά του στην Κρεμόνα μέχρι την αποφοίτησή του από το Λύκειο της πόλης, το 1815. Στη συνέχεια ο Σολωμός γράφτηκε στη Νομική Σχολή της Παβίας από όπου πήρε το δίπλωμά του το 1818.
Ωστόσο οι νομικές σπουδές δεν φαινόταν να τον ενδιαφέρουν. Στην Ιταλία, ήρθε σε επαφή με την πλούσια ιταλική λογοτεχνική παράδοση και με το δυναμικό παρόν της ιταλικής λογοτεχνίας των αρχών του 19ου αιώνα, όπου η ποίηση, και μάλιστα η θρησκευτική (νεοκλασικιστική, νεοπλατωνική) έχει την πρωτοκαθεδρία. Στις πόλεις των σπουδών του αλλά και στο Μιλάνο παρακολούθησε «ακαδημίες» ποίησης (δηλ. δημόσιες αναγνώσεις ποιημάτων) και βραδιές ποιητικού αυτοσχεδιασμού. Συναναστράφηκε γνωστούς ποιητές και λογίους, όπως ο Vincenzo Monti, ο Giovanni Torti, ο Giuseppe Montani. Έζησε τον αγώνα των Ιταλών (Λομβαρδών και Βενετών) να απελευθερωθούν από τον αυστριακό ζυγό αλλά και την ατμόσφαιρα της διαμάχης του κυρίαρχου νεοκλασικισμού με τον ανερχόμενο ρομαντισμό. Στην Ιταλία επίσης συνειδητοποιεί την ποιητική κλίση του και γράφει στα ιταλικά τα πρώτα του ποιήματα, σχεδόν όλα θρησκευτικής θεματικής.
Η επιστροφή στη Ζάκυνθο
Επιστρέφοντας στη Ζάκυνθο ο Σολωμός συνέχισε να συνθέτει ιταλικά ποιήματα, όπως άλλωστε και πολλοί άλλοι επτανήσιοι λογοτέχνες. Πρόκειται είτε για επικαιρικά σονέτα -ανάμεσα στα οποία ξεχωρίζει το σονέτο «In morte di Ugo Foscolo» (Στο θάνατο του Ούγου Φόσκολου)- είτε για ποιήματα ψυχαγωγίας της παρέας, όπως οι περιπαικτικές σάτιρες για τον Διονύσιο Ροΐδη και τα πολυάριθμα αυτοσχέδια σονέτα που προκύπτουν καθώς παίζει με φίλους το άλλοτε διάσημο στην Ιταλία ποιητικό αγώνισμα του αυτοσχεδιασμού, δηλαδή της σύνθεσης ποιημάτων με δοσμένο θέμα, δοσμένη μορφή ή και δοσμένες ομοιοκαταληξίες και με τη μέγιστη δυνατή ταχύτητα
Παράλληλα με την σύνθεση ιταλόγλωσσων ποιημάτων, ενταγμένος πλέον στον φυσικό περιβάλλον της ελληνικής γλώσσας, ο Σολωμός άρχισε να τη σπουδάζει και να εξοικειώνεται με παλιότερες και νεότερες ελληνικές λογοτεχνικές παραδόσεις: έμμετρες ερωτικές μυθιστορίες, κρητική αναγέννηση, δημοτικό τραγούδι, ζακυνθινή παράδοση. Ξεκίνησε επίσης να γράφει ποίηση στη νεοελληνική. Τα πρώτα ποιήματά του σε αυτήν έχουν ανακρεοντικά, αρκαδικά και βουκολικά θέματα και απηχούν τη νεοκλασική παιδεία του (π.χ. «Ανθούλα», «Ανάμνησις», «Ευρυκόμη», «Ο θάνατος του βοσκού»), διατηρώντας ευανάγνωστες εκφραστικές συγγένειες με την ιταλόγλωσση ποίησή του. Ακολούθησαν ποιήματα προρομαντικού ή ρομαντικού χαρακτήρα, όπως η «Ωδή στη Σελήνη» και «Η σκιά του Ομήρου», με αποκορύφωμα το βυρωνικό ποίημα του Λάμπρου (1824-1826, 1833), γραμμένο σε ενδεκασύλλαβες οκτάστιχες στροφές −το γνωστό ιταλικό μέτρο της ottava, έντεχνα ενταγμένο τώρα στην ελληνική ποίηση.
” Ύμνος είς την Ελευθερία”
Τα χρόνια της ζακυνθινής διαμονής του Σολωμού συμπίπτουν βέβαια με τον επαναστατικό αγώνα των Ελλήνων για εθνική ανεξαρτησία. Η ποιητική παρέμβασή του στο μείζον εγχείρημα της μεγάλης πατρίδας έμοιαζε προδιαγεγραμμένη ήδη από τότε που άφηνε την Ιταλία: το υποδείκνυε το Μontani· το επιτάσσει η ποιητική και η ιδεολογία της εποχής.
Από την ομάδα των έργων που συνδέονται άμεσα με τα γεγονότα της επανάστασης (π.χ. Εις Μάρκο Μπότσαρη, Η καταστροφή των Ψαρών) ξεχωρίζει ασφαλώς ο Ύμνος εις την Ελευθερίαν, το ποίημα που θα καταστήσει τον εικοσιπεντάχρονο Σολωμό ευρύτερα γνωστό στην Ελλάδα και την Ευρώπη και που αργότερα (1865) θα του δώσει τον τίτλο του εθνικού ποιητή των Ελλήνων. Γραμμένος με μια ανάσα τον Μάιο του 1823, σε τροχαϊκό οκτασύλλαβο και 158 τετράστιχες στροφές, ο Ύμνος είναι το εκτενέστερο έως τότε ποίημά του και το πρώτο ελληνόγλωσσο που θα τυπωθεί και μάλιστα σε τρεις διαδοχικές εκδόσεις, το 1825: πρώτα, στο Παρίσι, στον δεύτερο τόμο των δημοτικών τραγουδιών του Φωριέλ, με έμμετρη γαλλική μετάφραση (και σε χωριστό ανάτυπο)· ακολούθως, στο Λονδίνο, στην αγγλική μετάφραση του τόμου του Φωριέλ· τέλος, στο πολιορκημένο Μεσολόγγι, με ιταλική πεζή μετάφραση. Το ποίημα άλλωστε απευθύνεται τόσο στους Έλληνες όσο και στους Ευρωπαίους. Εξισορροπώντας ενθουσιασμό και αναστοχασμό, συμμετοχή και αποστασιοποίηση, το ποιητικό υποκείμενο αναλαμβάνει να προβάλει την ιδεολογία της επανάστασης (δίκαιος αγώνας για ελευθερία, αυτοδιάθεση και θρησκεία), να υμνήσει επιλεκτικά κάποια από τα πολεμικά κατορθώματα των Ελλήνων, να ενθαρρύνει τους πολεμιστές και συγχρόνως, να επισημάνει και να διαχειριστεί γεγονότα και συμπεριφορές που απειλούν ποικιλότροπα το ευάλωτο εγχείρημα της επανάστασης, όπως τα συμφέροντα και η υποκρισία των Μεγάλων Δυνάμεων, η σφαγή στην Τριπολιτσά και η εσωτερική διχόνοια των Ελλήνων.
Ο Ύμνος είναι ποίημα πολιτικής και συγχρόνως λογοτεχνικής παρέμβασης, καθώς ταυτόχρονη και ισότιμη επιδίωξή του είναι να καταδείξει και τις λογοτεχνικές ικανότητες της αναγεννημένης Ελλάδας και της νεοελληνικής γλώσσας.
Με τον Ύμνο εις την Ελευθερίαν άρχισε μια σημαντική περίοδος για τη μετέπειτα διαμόρφωση του ποιητή: είναι η εποχή στην οποία έχει κατακτήσει πλέον τη γλώσσα και προσπαθεί να δοκιμαστεί σε συνθετότερες μορφές, να διευρύνει τον κύκλο των εμπνεύσεών του και να εγκαταλείψει την ευκολία του αυτοσχεδιασμού. Καρπός των αναζητήσεων αυτής της περιόδου ήταν η Ωδή εις το θάνατο του Λόρδου Μπάιρον, ποίημα που έχει πολλά κοινά στοιχεία με τον Ύμνο αλλά και πολλές αδυναμίες, Η Καταστροφή των Ψαρών, ο Διάλογος, η Γυναίκα της Ζάκυθος.
Τα τελευταία χρόνια στην Κέρκυρα
Το 1828, μετά από προστριβές και οικονομικές διαφορές με τον αδελφό του Δημήτριο για κληρονομικά ζητήματα, ο Σολωμός μετακόμισε στην Κέρκυρα, σημαντικό πνευματικό κέντρο των Επτανήσων εκείνη την εποχή. Αιτία της αναχώρησής δεν ήταν όμως μόνο τα οικογενειακά προβλήματα· ο Σολωμός σχεδίαζε ήδη από το 1825 να ταξιδέψει στο νησί. Η Κέρκυρα θα του προσέφερε όχι μόνο ένα περιβάλλον πνευματικότερο, αλλά και την απομόνωση που ταίριαζε στον μονήρη και ιδιότροπο χαρακτήρα του και η οποία ήταν απαραίτητη για τη μελέτη και την ενασχόλησή του με την ποίηση, σύμφωνα και με τις υψηλές αντιλήψεις που είχε για την Τέχνη. Γι’ αυτό και τα πρώτα χρόνια της ζωής του στην Κέρκυρα ήταν τα πιο ευτυχισμένα χρόνια. Την εποχή εκείνη ξεκίνησε την εντατική μελέτη της γερμανικής ρομαντικής φιλοσοφίας και ποίησης (Hegel. Schlegel, Schiller, Goethe). Επειδή δεν γνώριζε γερμανικά, τα διάβαζε από ιταλικές μεταφράσεις που εκπονούσε γι’ αυτόν ο φίλος του Νικόλαος Λούντζης. Όμως η Γερμανική αισθητική δεν πρόκειται να επιδράσει ολοκληρωτικά πάνω στην ποίηση του. Επίσης συνέχισε να επεξεργάζεται τα έργα Γυναίκα της Ζάκυθος και Λάμπρος, που είχε αρχίσει το 1826.
Πολλά έχουν γραφτεί για την ερωτική ζωή του. Αρκετοί ερευνητές αφήνουν να εννοηθεί, πως υπάρχει μεγάλη πιθανότητα, να μην ήταν ετεροφυλόφιλος, καθώς δεν παντρεύτηκε ποτέ και δεν υπάρχει καμία άλλη αναφορά γυναικείας παρουσίας στη ζωή του. Φυσικά, γνωρίζουμε ελάχιστα για τη ζωή του στην Ιταλία, οπότε είναι δύσκολο να κρίνουμε. Επιπλέον, αυτή η απουσία αναφορών στην προσωπική του ζωή, ίσως και να οφείλεται περισσότερο στο γεγονός, ότι πολλοί ερευνητές του φοβούνται να αγγίξουν ένα τόσο ευαίσθητο θέμα, για τη ζωή ενός τόσο μεγάλου ποιητή. Άλλωστε τι σημασία έχει;…
Στις 9 Φεβρουαρίου 1857 ο Σολωμός πέθανε στην Κέρκυρα από εγκεφαλική συμφόρηση. Το λιγοστό έως τότε δημοσιευμένο έργο του δημιουργούσε μεγάλη προσδοκία για το αδημοσίευτο αλλά όταν αυτό παρουσιάστηκε από τον φίλο και μαθητή του Ιάκωβο Πολυλά στην περίφημη έκδοση Διονυσίου Σολωμού Τα Ευρισκόμενα, το 1859, προκάλεσε απογοήτευση στο αναγνωστικό κοινό της εποχής, εξαιτίας της αποσπασματικότητάς του.
Ήταν τόσο γενική και στέρεη η φήμη του, ώστε όταν μαθεύτηκε ο θάνατός του, όλος ο λαός πένθησε. Το θέατρο της Κέρκυρας έκλεισε, η Ιόνιος Βουλή σταμάτησε τις εργασίες της και αποφάσισε να κηρυχθεί πένθος για τον ποιητή. Τα οστά του μεταφέρθηκαν στη Ζάκυνθο το 1865.
Όχι χωρίς κάποια θλίψη, ο ίδιος ο Πολυλάς διαπίστωνε ότι «τα ευρισκόμενα συγγράμματα μόλις δείχνουν, ναι μεν σημαντικά, αλλά ολίγα και αραιά τα ίχνη, με τα οποία ο ποιητής επροχωρούσε εις απάτητο μονοπάτι μέσα ‘ς τον κόσμο της φαντασίας» .
Έκτοτε, το σολωμικό έργο εμπλουτίστηκε με κείμενα που είχαν μείνει ανέκδοτα, γνώρισε πολλές και διαφορετικές αναγνώσεις, συνομίλησε γόνιμα με συγγραφείς και απλούς αναγνώστες. Παρά τη μεγάλη βιβλιογραφία που το συνοδεύει, παρά την πρώιμη αναγνώρισή του ποιητή ως εθνικού και την μακρόχρονη συνάρτησή του με την εθνική ιδεολογία, το σολωμικό έργο παραμένει ανοικτό. Καταρχάς, επειδή το ίδιο αντιστέκεται με την ποιητική του σε κλειστές, οριστικές, ερμηνείες. Αρκεί να σκεφτούμε την εντέλει διαφεύγουσα ταυτότητα του τυφλού γέρου στην τιτλοφορημένη από τον Πολυλά Σκιά του Ομήρου καθώς και της Φεγγαροντυμένης γυναικείας μορφής στον Κρητικό ή το αινιγματικό Carmen seculare / Μυστικό δέντρο. Ανοικτό, επίσης, επειδή αντιστέκεται στην παγίωσή του με τον αποσπασματικό χαρακτήρα των περισσότερων ώριμων ποιημάτων και τη ρευστή, δίγλωσση μορφή τους, δοκιμάζοντας αναγνωστικές συνήθειες και εκδοτικές πρακτικές διαμορφωμένες κυρίως με βάση έργα που έλαβαν από τους συγγραφείς τους οριστική μορφή.
Έζησε όλη του τη ζωή εκτός των συνόρων του ελληνικού κράτους, ως Γάλλος, Επτανήσιος και Άγγλος πολίτης, έχοντας ως γλώσσα της παιδείας του, της σκέψης του, της προφορικής και γραπτής επικοινωνίας του την ιταλική. Σε αυτήν μάλιστα θα ξεκινήσει την ποιητική του διαδρομή. Ωστόσο, για την υψηλή ποιητική του έκφραση θα επιλέξει την ελληνική, την οποία, μολονότι θα χρειαστεί να τη σπουδάσει σαν να ήταν δεύτερη γλώσσα, θα κατορθώσει να την καλλιεργήσει σε τέτοιο βαθμό και να δημιουργήσει ποίηση τόσο σημαντική που το έργο του θα αποτελέσει την αρχή και τη βάση της νεότερης λογοτεχνίας μας.
ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟ ΑΝΘΟΛΟΓΙΟ
- Εις Μάρκο Μπότσαρη
- Η Καταστροφή των Ψαρών
- Η Ξανθούλα
- Ο θάνατος του βοσκού
- Ο Κρητικός
- Προς τον κύριον Γεώργιον Δε Ρώσση ευρισκόμενον εις την Αγγλία
- Ύμνος εις την Ελευθερίαν
- Εις κόρην η οποία ανεθρέφετο μέσα εις μοναστήρι
- Η Φαρμακωμένη στον Άδη
- O Διάλογος
- La Distruzione di Gerusalemme (Η καταστροφή της Ιερουσαλήμ)
- Saffo (Σαπφώ)
- Orfeo, sonetto (Ορφέας)
- L’usignolo e lo sparviere (Το αηδόνι και το γεράκι)
ΠΗΓΕΣ:
http://www.greek-language.gr
el.wikipedia.org
www.sansimera.gr